ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΣΥΝΕΙΔΗΤΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗ ΓΕΡΜΑΝΙΑ ΤΟΥ Γ΄ΡΑΙΧ |
α) επίγνωση των ίδιων
των ψυχικών και σωματικών λειτουργιών
του άτομου
β) επίγνωση αντικειμένων του εξωτερικού κόσμου
γ) την αντίληψη του εαυτού μας σαν ατόμου
δ) την αντίληψη του εαυτού σαν μέλος μιας ομάδος.
Οι φυσιολόγοι ασχολήθηκαν με το σωματικό όργανο της συνειδητότητος. Σύμφωνα με μια θεωρία, υπάρχουν στον εγκέφαλο ειδικά νευρικά κύτταρα (nerve cells) , τα όποια παράγουν συνειδητότητα, όποτε ερεθισθούν. Οι φυσιολόγοι αυτοί προφανώς δεν εξέτασαν την περίπτωση του ΄Ελληνα.
΄Εχοντας αναπτύξει μια
ειδική μορφολογική συμπεριφορά τα τελευταία χρόνια , σύμφωνα με τους κανόνες
και επιθυμίες της πολιτικής και οικονομικής τάξης της χώρας, αντιμετωπίζει με
σκεπτικισμό και φόβο τις επικείμενες εξελίξεις ιδίως στον οικονομικό τομέα.
Θα περίμενε κανείς να
εξεγερθεί κάτω από το βάρος της υπέρμετρης ανεργίας, της άγριας φορολογίας και
των συνειδητών ψεμάτων της πολιτικής εξουσίας. Οι σωροί των κοινωνικών
ερειπίων, η άνοδος του φασισμού και η
διασυνδεσή του με την ιστορική δεξιά, η
έλλειψη αριστερής ιδεολογικής συμπαγούς ταυτότητας, ο διαβρωμένος δημόσιος
τομέας και έλλειψη συντονισμένης δράσης από τα συνδικαλιστικά όργανα δημόσιου
και ιδιωτικού τομέα, είναι μερικοί μόνο από
τους λόγους που μας οδήγησαν στις αστικές κυβερνήσεις της λιτότητας , των
μνημονίων και της τρόικας.
Ο
χαρακτήρας της ανάκαμψης όμως που συνήθως ακολουθεί την
κρίση δεν θα αφορά τα λαϊκά στρώματα και την διαλυμένη μεσαία τάξη. Ελπίδα
εξόδου του λαού από την κρίση με τα εργαλεία του καπιταλισμού ας μην γελιόμαστε
δεν μπορεί να υπάρξει. Η συντριπτική πλειοψηφία του λαού θα έχει από ελάχιστα
έως τίποτε.
H κρίση
δημιουργήθηκε από ένα και μόνο λόγο. Την υπερσυσώρευση
του κεφαλαίου[2].
Η συνειδητότητα του έλληνα στο κομμάτι αυτό είναι μηδενική, λόγω έλλειψης
ταξικής πάλης τα τελευταία 50 τουλάχιστον χρόνια. Δεμένος στο άρμα της κατανάλωσης
και της δανεικής ζωής, καλείται σήμερα να επιβιώσει στον κατακλυσμό, δίχως την
κιβωτό.
Στην κρίση της εποχής μας
ο καπιταλισμός έχει μόνο μια επιλογή δηλ. την
καταστροφή του κεφαλαίου που περισσεύει, ώστε να ξαναπάρει μπροστά η μηχανή. Καταστροφή
σημαίνει πλήρης
και εξοντωτική εξαφάνιση μέσων παραγωγής και εργατικής δύναμης, αφού
η τελευταία ως συντελεστής συμμετέχει στην παραγωγική διαδικασία. Ο
καπιταλιστής δεν θα δεχτεί να καταστρέψει ποτέ τα δικά του μέσα παραγωγής, άρα
το βάρος πέφτει στον εργαζόμενο. Με τον τρόπο
αυτό εξηγείται το υπάρχον σχέδιο της ΕΕ και της Γερμανίας για την χώρα μας.
Ή ταξική συνείδηση (class-consciousness) είναι όρος πού χρησιμοποιείται συχνά
από Μαρξιστές ιδεολόγους και προσδιορίζει την ταύτιση ενός άτομου, ως συνειδητού όντος (conscious being) με τα συμφέροντα της κοινωνικής του
τάξεως (social
class)[3]. Το
πολίτευμα άσκησε και ασκεί ουσιώδη ρόλο στην ανάπτυξη προμηθεικών δεσμών για
τον ΄Ελληνα πολίτη.
Όλα αυτά όμως λειτουργούν
μέσα στο υπάρχον πολίτευμα της χώρας. Η δημοκρατία, που γεννήθηκε το 507 π.Χ.
στην Αθήνα, φέρεται να είναι για τον άνθρωπο ο πιο φυσικός τρόπος διακυβέρνησης
και το λιγότερο κακό πολιτικό σύστημα. Όμως, θα έπρεπε να λειτουργεί σωστά και
να μην παρεκτρέπεται από εξουσίες (πχ. Πρόεδρος Δημοκρατίας, επιτροπές κλπ),
που ούτε εκλέγονται από τη λαϊκή ψήφο, ούτε ελέγχονται από τους πολίτες.
Ο Αριστοτέλης, στο έργο του «Πολιτικά», αναφέρει το εξής: «Δημοκρατία είναι το πολίτευμα όπου την εξουσία κατέχουν οι φτωχοί, γιατί είναι αριθμητικά περισσότεροι και η θέληση τους έχει την ισχύ νόμου». Σ' ένα δεύτερο απόσπασμα, μοιάζει αρχικά να υποβαθμίζει τη βαρύτητα αυτής της πρώτης φράσης, αλλά στη συνέχεια τη διευρύνει, τη συμπληρώνει και καταλήγει διατυπώνοντας ένα αξίωμα: «Ισότητα είναι να μην έχουν οι φτωχοί μεγαλύτερα δικαιώματα στα αξιώματα από τους πλούσιους, ούτε να είναι κυρίαρχοι οι φτωχοί μόνο, αλλά όλοι ανάλογα με τον αριθμό τους. Γιατί μόνο έτσι νομίζουν ότι το πολίτευμα εξασφαλίζει ισότητα και ελευθερία».
Ο Αριστοτέλης[4]
μάς λέει ότι οι πλούσιοι πολίτες, ακόμη κι αν συμμετέχουν με κάθε δημοκρατική
νομιμότητα στη διακυβέρνηση της Πόλης[5], θα παραμείνουν για πάντα μειοψηφία
εξαιτίας μιας αδιαμφισβήτητης
αναλογικότητας. Σ' ένα σημείο είχε δίκιο. ΄Οσο μακριά κι αν
ανατρέξουμε στο παρελθόν, οι πλούσιοι δεν ήταν ποτέ περισσότεροι από τους
φτωχούς. Ωστόσο, οι πλούσιοι κυβερνούσαν πάντοτε τον κόσμο ή κινούσαν τα
νήματα αυτών που κυβερνούσαν. Είναι μια διαπίστωση επίκαιρη όσο ποτέ άλλοτε
στην περίπτωση της Ελλάδος, όπου 4-5 οικογένειες λυμαίνονται το δημόσιο και
ιδιωτικό πλούτο.
Όλα τα εγχειρίδια συνταγματικού δικαίου διδάσκουν ότι η δημοκρατία είναι μια «εσωτερική οργάνωση του κράτους από την οποία απορρέει και ασκείται η πολιτική εξουσία, η οποία εναπόκειται στο λαό, καθώς επίσης και ότι αυτή η οργάνωση επιτρέπει στον κυβερνώμενο λαό να κυβερνά, με τη σειρά του, μέσω των εκλεγμένων εκπροσώπων του». Αν δεχθούμε αυτό τον ορισμό, του οποίου η ορθότητα εμπίπτει στις θετικές επιστήμες, σημαίνει ότι, ανάγοντας τον στο βίωμα μας, δεν λαμβάνουμε υπόψη την ατελείωτη κλίμακα των παθολογικών καταστάσεων τις οποίες, σε οποιαδήποτε στιγμή, ενδέχεται να αντιμετωπίσει το σώμα μας.
Με άλλα λόγια: το γεγονός ότι η
δημοκρατία μπόρεσε να οριστεί με μεγάλη ακρίβεια, δεν σημαίνει ότι λειτουργεί
πραγματικά. Από μια σύντομη αναδρομή στην ιστορία των πολιτικών
ιδεών, οδηγούμαστε σε δύο παρατηρήσεις, οι οποίες συχνά αγνοούνται με το
πρόσχημα ότι ο κόσμος αλλάζει. Την πρώτη παρατήρηση εκφράζει η υπενθύμιση ότι η
δημοκρατία εμφανίσθηκε στην χώρας μας και
προϋπέθετε τη συμμετοχή όλων των ελεύθερων ανθρώπων στη διακυβέρνηση της
πολιτείας. Βασιζόταν στην αμεσότητα, καθώς οι ευθύνες ήταν πραγματικές ή
κατανέμονταν σύμφωνα μ' ένα μεικτό σύστημα κλήρωσης και εκλογής. Και οι πολίτες
είχαν το δικαίωμα ψήφου και υποβολής προτάσεων στις λαϊκές συνελεύσεις. Σήμερα
παθητικά ακολουθούν τα ΜΜΕ και τας υποδείξεις
των πολιτικών και αναλυτών παπαγαλιζόντων δημοσιογράφων.
Ωστόσο -και αυτή είναι η δεύτερη παρατήρηση-, στη Ρώμη, η οποία αποτέλεσε συνέχεια της Αθήνας, το δημοκρατικό σύστημα δεν κατάφερε να επιβληθεί. Το εμπόδιο προερχόταν από την υπέρμετρη οικονομική εξουσία μιας φεουδαρχικής αριστοκρατίας, η οποία έβλεπε στη δημοκρατία έναν άμεσο εχθρό. Παρ΄ όλο που ελλοχεύει ο κίνδυνος της γενίκευσης, δεν μπορούμε παρά να αναρωτηθούμε μήπως οι σύγχρονες οικονομικές αυτοκρατορίες δεν αποτελούν, και αυτές, θεμελιώδεις εχθρούς της δημοκρατίας, αν και για την ώρα τηρούνται τα προσχήματα[6].
Δεν άλλαξε απολύτως τίποτε στην χώρας μας. Tη στιγμή ακριβώς που το ψηφοδέλτιο εισάγεται στην κάλπη, ο ψηφοφόρος μεταβιβάζει σε άλλους την εξουσία του , με μοναδικό αντάλλαγμα τις υποσχέσεις και τον διορισμό του παιδιού του. Έτσι, το δικαίωμα ψήφου, ως έκφραση πολιτικής βούλησης, είναι ταυτόχρονα πράξη παραίτησης από αυτή τη βούληση, αφού ο ψηφοφόρος τη μεταβιβάζει σ' έναν υποψήφιο. Η άσκηση του δικαιώματος ψήφου είναι, τουλάχιστον για ένα τμήμα του πληθυσμού, μια μορφή προσωρινής παραίτησης από την προσωπική πολιτική δράση, η οποία αναστέλλεται μέχρι τις επόμενες εκλογές, όταν οι μηχανισμοί αντιπροσώπευσης θα επανέλθουν στο σημείο εκκίνησης για να επαναλειτουργήσουν με τον ίδιο τρόπο.
Να γιατί η Χρυσή Αυγή πανηγύριζε
διαρκώς. Απογοητευμένοι, παραιτημένοι από κάθε δράση και ενοχλημένοι ανιστόρητοι ψηφοφόροι, που
απαιτούν τιμωρία προς ένα σαθρό πολιτικό σύστημα που φυσικά δεν θέλει να αυτομαστιγωθεί,
αποτελούν τους καλύτερους πελάτες της.
Αυτή η παραίτηση μπορεί
να αποτελεί, για την εκλεγμένη μειοψηφία,
το πρώτο βήμα για τη δημιουργία ενός μηχανισμού, ο οποίος συχνά επιτρέπει, παρά
τις μάταιες ελπίδες των ψηφοφόρων, την επίτευξη στόχων που δεν έχουν κανένα
δημοκρατικό στοιχείο και είναι πιθανό να συνιστούν πραγματικές παραβιάσεις του
νόμου. Κανονικά, κανένας δεν θα επιθυμούσε να εκλέγει στο Κοινοβούλιο
εκπροσώπους που είναι διεφθαρμένοι, αλλά η θλιβερή πραγματικότητα μας διδάσκει
ότι τα υψηλά κλιμάκια της εξουσίας, τόσο
σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο, είναι κατειλημμένα από εγκληματίες ή τους
εντολοδόχους τους.
Η εμπειρία δείχνει ότι η πολιτική δημοκρατία που δεν βασίζεται
στην οικονομική και πολιτιστική δημοκρατία, δεν χρησιμεύει σχεδόν σε τίποτα. Η ιδέα της οικονομικής
δημοκρατίας, η οποία είναι περιφρονημένη και εξοστρακισμένη στον
κάλαθο των αχρήστων με τις απαρχαιωμένες μεθόδους, έχει δώσει τη θέση της σε
μια αγορά που θριαμβεύει η κατανάλωση ταξικών συμφερόντων, χωρίς ιδεολογίες. Όμως, είναι ολοφάνερο ότι οι εναλλακτικές
πολιτικές προτάσεις που έχουν ως αποτέλεσμα την αλλαγή κυβέρνησης, δεν είναι ριζοσπαστικές, ούτε συνοδεύονται από
κοινωνικές, οικονομικές και πολιτιστικές θεμελιώδεις αλλαγές, όπως πιθανώς θα
περιμέναμε από το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας.
Στην πραγματικότητα, ονομάζοντας μια κυβέρνηση «σοσιαλιστική» ή «σοσιαλδημοκρατική», ή ακόμη «συντηρητική» ή «φιλελεύθερη», και αποκαλώντας την «εξουσία», δεν κάνουμε παρά μια φτηνή αισθητική διάκριση. Είναι σαν να θέλουμε να δώσουμε ένα όνομα σε κάτι που δεν βρίσκεται εκεί όπου θα ήθελαν να μας κάνουν να πιστέψουμε ότι είναι.
Γιατί η εξουσία, η πραγματική εξουσία, βρίσκεται αλλού: είναι η οικονομική εξουσία, της οποίας το περίγραμμα διακρίνουμε αμυδρά, αλλά η οποία μάς ξεφεύγει μόλις προσπαθήσουμε να την πλησιάσουμε και αντεπιτίθεται αν θελήσουμε να περιορίσουμε την επιρροή της, υποτάσσοντας την στους κανόνες της δημοκρατίας.
Οι πολιτικοί στρατηγικοί υπεύθυνοι, όλων των αποχρώσεων, έχουν προνοήσει να επιβάλλουν τη σιωπή, ώστε να μην τολμάει κανείς να υπαινιχθεί ότι συνεχίζουμε να καλλιεργούμε το ψέμα και δεχόμαστε να συμπράττουμε σ' αυτό.
Το σύστημα που
ονομάζεται δημοκρατικό μοιάζει όλο και περισσότερο σε μια κυβέρνηση των
πλουσίων και όλο και λιγότερο σε μια κυβέρνηση του λαού. Η δυτική υποτιθέμενη
δημοκρατία έχει εισέλθει σε μια περίοδο οπισθοδρομικού μετασχηματισμού, τον οποίο είναι
ανίκανη να ανακόψει και του οποίου η αναμενόμενη συνέπεια θα είναι η απόρριψη
της. Δεν υπάρχει ανάγκη να αναλάβει ο οποιοσδήποτε να την καταστρέψει,
αυτοκτονεί η ίδια καθημερινά.
Τι να κάνουμε; Να τη
μεταρρυθμίσουμε; Γνωρίζουμε ότι αν τη μεταρρυθμίσουμε,
όπως πολύ σωστά έχει γράψει ο συγγραφέας του Γατόπαρδου[7] , «δεν θα κάνουμε τίποτα
παραπάνω από το να αλλάξουμε ότι είναι απαραίτητο, για να μην αλλάξουμε τίποτα».
Να την ανανεώσουμε; Σε ποια επαρκώς δημοκρατική εποχή του παρελθόντος θα άξιζε να επιστρέψουμε για να οικοδομήσουμε με νέα υλικά, χρησιμοποιώντας την ως βάση, αυτό που είναι υπό εξαφάνιση;
Στην εποχή της αρχαίας
Ελλάδας; Στην εποχή των εμπορικών δημοκρατιών του Μεσαίωνα; Στην εποχή του
αγγλικού φιλελευθερισμού του 17ου αιώνα; Στην εποχή του γαλλικού αιώνα του
Διαφωτισμού; Νομίζω οι απαντήσεις θα ήταν το ίδιο επιπόλαιες με τις
ερωτήσεις...
Τι να κάνουμε, λοιπόν; Να σταματήσουμε να θεωρούμε τη δημοκρατία
κεκτημένη αξία, η οποία έχει οριστεί μια για πάντα και δεν αλλάζει ποτέ. Σ'
έναν κόσμο όπου έχουμε συνηθίσει να συζητάμε για τα πάντα, μόνο ένα ταμπού παραμένει:
η δημοκρατία. Ο δικτάτορας Σαλαζάρ
(1889-1970), που κυβέρνησε την Πορτογαλία πάνω από 40 χρόνια, διαβεβαίωνε: «Δεν αμφισβητούμε
τον Θεό, δεν αμφισβητούμε την πατρίδα, δεν αμφισβητούμε την οικογένεια». Σήμερα,
αμφισβητούμε τον Θεό, αμφισβητούμε την πατρίδα, κι αν δεν αμφισβητούμε την
οικογένεια είναι επειδή αυτή αλλάζει από μόνη της. Όμως, δεν αμφισβητούμε τη δημοκρατία.
Ο
δικός μας Παπαδόπουλος ούρλιαζε «Ελλάς ελλήνων χριστιανών» και «η δημοκρατία ασθενούσα
για να αναρρώσει ετέθη εις γύψον».
Προτείνω λοιπόν: ας αμφισβητήσουμε
τη δημοκρατία σε όλες τις συζητήσεις μας. Αν δεν βρούμε
έναν τρόπο να επανεφεύρουμε τη δημοκρατία, δεν θα χάσουμε μόνο τη δημοκρατία,
αλλά και την ελπίδα να δούμε μια μέρα να γίνονται σεβαστά τα ανθρώπινα
δικαιώματα στην χώρας μας. Αυτή θα ήταν η πιο παταγώδης αποτυχία της εποχής
μας, το σημάδι μιας προδοσίας που θα στιγμάτιζε για πάντα όχι μόνο εμάς αλλά
ολόκληρη την ανθρωπότητα.
Ας ξεκινήσουμε σήμερα από
την Ελλάδα ξανά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου