Ό όρος φασισμός
(fascism) προέρχεται από την ιταλική λέξη Fascismo, πού σημαίνει τις αρχές των Fascisti (φασιστών) — ενός κινήματος πού οργανώθηκε το 1919 και
απέκτησε τον έλεγχο της διακυβέρνησης της Ιταλίας υπό τον Μουσσολίνι, τον Οκτώβριο του
1922.
Η καταγωγή του όρου ανάγεται τελικά στη λατινική λέξη fascis, που σήμαινε τη
δέσμη από βέργες φτελιάς ή σημύδας, δεμένη με μια κόκκινη ταινία, την οποία
κρατούσαν οι λίκτορες (κλητήρες ενός
άρχοντος) στην αρχαία Ρώμη, σαν σύμβολο της εξουσίας του άρχοντος να επιβάλλει υπακοή.
Ό
όρος φασισμός σημαίνει τόσο α) ένα πολιτικό κίνημα (political movement), όσο
και β) ένα δόγμα (doctrine) πού επιδιώκει νά δικαιολόγηση αυτό το πολιτικό
κίνημα, σκοπός του οποίου είναι ή εγκαθίδρυση ενός δικτατορικού (dictatorial),
άντι-κοινοβουλευτικού (anti-parliamentary) καθεστώτος, πού θεμελιώνεται στην
έξαρση τού κράτους και εναντιώνεται φανερά στη δημοκρατία (democracy), τον
φιλελευθερισμό (liberalism) και τον σοσιαλισμό (socialism).
Στην
Ιταλία όμως ο φασισμός ήταν ένα ενεργό
πολιτικό κίνημα σε δράση, πολύ προτού ο Μουσσολίνι και άλλοι διατυπώσουν με
θεωρητικούς όρους το περιεχόμενο του. Πράγματι, όπως παρατηρεί ο D. Mack Smith,
«η Δράση, έλεγε ό Μουσσολίνι, έχει πρωταρχική σημασία, ακόμη και άν πρόκειται για
χοντρό σφάλμα, ακόμη και αν η θεωρία και η αντικειμενική επιδίωξη είναι κατά
μέγα μέρος άσχετες με τη Δράση» (Italy — Ιταλία, Ann Arbor: University of
Michigan Press, 1959, σελ. 411).
Για να δούμε όμως το πρώτο και μαγαλύτερο προφήτη του νεοφασισμού, που θαυμάζεται απο χιλιάδες οπαδούς μέχρι σήμερα, ενώ αρκετά βιβλία του κοσμούν βιβλιοθήκες σε γνωστές αθηναικές λέσχες (sic).
Στις
2 Αυγούστου του 1980, εμφανίστηκε
στο προσκήνιο μια ομάδα Ιταλών νεοφασιστών τρομοκρατών, εξίσου επικίνδυνων για
τη δημοκρατία με τους φανατικούς της ακροαριστεράς. Στις 10:25 π.μ. μια εκκωφαντική έκρηξη βόμβας συγκλόνισε την κεντρική
αποβάθρα του σιδηροδρομικού σταθμού της
Μπολόνια.
Το
σκεπτικό της σφαγής ήταν οικείο, αλλά απίστευτο: η νεοφασιστική «στρατηγική της
έντασης» θεωρούσε την καταστροφή, τον τρόμο και την αναταραχή αυτού του είδους,
σαν το έναυσμα για να δημιουργηθεί μια προεπαναστατική κατάσταση.
Καθώς
η αστυνομία ανέκρινε τους υπόπτους, γνωστά μέλη του νεοφασιστικού περιθωρίου,
ένα και μόνο όνομα επανερχόταν ξανά και ξανά σε όλη τη διάρκεια των ερευνών.
Επρόκειτο για ένα φιλόσοφο από τον οποίο είχαν αντλήσει έμπνευση οι
τρομοκράτες, μια μορφή μέντορα και γκουρού.
Το όνομα του, Τζούλιους Έβολα[1].
Οι
προσπάθειες των επίσημων αρχών να συλλάβουν τους τρομοκράτες μετά τη βομβιστική
επίθεση της Μπολόνια ήταν εντατικές, και πολλά μέλη των βίαιων Ένοπλων
Επαναστατικών Πυρήνων (Nuclei Armati Rivoluzionari, NAR) διέφυγαν στο Λονδίνο
και σε άλλες ξένες πρωτεύουσες για να αποφύγουν τη σύλληψη. Εκεί, εγκαινίασαν επαφές
με τοπικές ακροδεξιές ομάδες, διαδίδοντας, παντού όπου βρίσκονταν, το όνομα του
Τζούλιους Έβολα.
Έτσι,
ο τελευταίος αναδείχθηκε σε μορφή-σύμβολο, με τα βιβλία και τα κηρύγματα του να
γίνονται αντικείμενο ολοένα αυξανόμενης προσοχής και συζητήσεων στα περιοδικά
και τα συνέδρια της ευρωπαϊκής Νέας Δεξιάς. Κομψό, καλοξυρισμένο πρόσωπο,
σταθερό χαμόγελο και επιβλητικό βλέμμα με απαστράπτον μονόκλ, οι φωτογραφίες
του Έβολα άρχισαν να εμφανίζονται στα αγγλικά, γαλλικά και γερμανικά ακροδεξιά
περιοδικά στις αρχές της δεκαετίας του 1980, φτάνοντας σήμερα στο σημείο να
θεωρείται ένα από εξέχοντα είδωλα του φασιστικού ιδεαλισμού.
Ιδεώδες
του άγνωστου σχετικά αυτού «γκουρού» του φασισμού ήταν η ινδική Άρια παράδοση, όπου η
ιεραρχία, η κάστα, η αυθεντία και το κράτος κυριαρχούσαν πάνω στις υλικές
πτυχές της ζωής.
Επικαλούμενος
τις ηρωικές και ιερές αξίες της μυθικής αυτής παράδοσης, ο Έβολα προώθησε κατά
τη διάρκεια της ζωής του μια ριζοσπαστική διδασκαλία στηριγμένη στην απόρριψη
της ισονομίας, της δημοκρατίας και του φιλελευθερισμού και βαθύτατα
αντισημιτική.
Χλεύαζε
το σύγχρονο κόσμο της λαϊκής κυριαρχίας και των αστικών αξιών, της δημοκρατίας
και του σοσιαλισμού, θεωρώντας τον καπιταλισμό και τον κομμουνισμό σαν τις
δίδυμες όψεις της ζοφερής βασιλείας του υλισμού.
Τη
δεκαετία του 1930, ο Έβολα είχε αποκτήσει στη φασιστική Ιταλία τη φήμη ενός
τολμηρού και αμφιλεγόμενου θεωρητικού, ενώ ήταν γνωστός και στους κύκλους των
συντηρητικών επαναστατών της Γερμανίας την εποχή του Τρίτου Ράιχ.
Μετά
το τέλος του πολέμου, τραυματισμένος, πέρασε τα μεταπολεμικά χρόνια του σε μια
αναπηρική πολυθρόνα στο διαμέρισμα του στην Κόρσο Βιτόριο Εμανουέλε, στο κέντρο
της Ρώμης, αποκομμένος από την καθημερινή πολιτική διατήρησε το φωτοστέφανο του
φασίστα μέχρι και τον θάνατό του το 1974.
Μπορείτε να διαβάσετε περισσότερα στο
περιοδικό ΑΠΑΓΟΡΕΥΜΕΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ – ΤΕΥΧΟΣ 5 – ΝΕΟΝΑΖΙΣΜΟΣ – Η ΜΥΣΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ.
[1] Η ΦΥΣΙΟΓΝΩΜΙΑ ΤΟΥ ΠΟΖΑΡΕΙ
ΣΕ ΟΛΑ ΣΧΕΔΟΝ ΤΑ ΦΑΣΙΣΤΙΚΑ – ΕΘΝΙΚΟ-ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΤΙΚΑ – ΝΑΖΙΣΤΙΚΑ – ΜΥΣΤΙΚΟΠΑΘΗ
sites ΣΤΟ ΙΝΤΕΡΝΕΤ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου